Έλα, παραδέξου το: για να διαβάζεις αυτό το άρθρο θα έπρεπε να κάνεις κάτι άλλο αυτήν την στιγμή. Έχεις διάβασμα; Να τελειώσεις μία εργασία; Να σιδερώσεις δύο λεκάνες ρούχα; Να γράψεις ένα ακόμη ανούσιο report που δεν θα διαβάσει κανείς? Αν είσαι από εκείνα τα άτομα που θεωρούν ότι είναι αναβλητικοί επειδή χαζεύουν στο Facebook όταν είναι στο γραφείο ή επειδή αναβάλλουν να κατεβάσουν τα καλοκαιρινά από την ντουλάπα μέχρι να μπει ο Ιούνιος, αυτό το κείμενο δεν είναι για σένα. Είσαι ώριμη και συγκροτημένη προσωπικότητα και μπράβο σου. Συνέχισε παρ' όλα αυτά να διαβάζεις (ιδίως αν είσαι ο σύζυγός μου ή η μαμά μου) μήπως έτσι καταλάβεις λίγο περισσότερο εμάς τους άλλους.
Αυτή η ανάρτηση απευθύνεται σε εσένα, χρονίως αναβλητικέ μου φίλε ή φίλη. Σε εσένα που είσαι μονίμως αργοπορημένος στα ραντεβού σου, που η καθημερινότητά σου είναι ένα διαρκές τρέξιμο να προλάβεις προθεσμίες, δημόσιες υπηρεσίες, τράπεζες, δρομολόγια αεροπλάνων και πλοίων. Σε σένα που σπανίως απολαμβάνεις μία στιγμή ανεμελιάς, γιατί πάντα βασανίζεσαι από τύψεις γι' αυτό που θα έπρεπε να κάνεις αντ' αυτού. Που ζεις μέσα σε ένα μόνιμο άγχος και μία αίσθηση ότι κάτι έχεις ξεχάσει. Που δεν βρίσκεις ενδιαφέρον σε τίποτα ούτε το κίνητρο να κάνεις όλα όσα ξέρεις ότι θα έπρεπε ή θα ήταν καλό για σένα να κάνεις. Που θεωρείς (ή ορθότερα ο επιτιμητής που ζει μέσα στο μυαλό σου θεωρεί) ότι είσαι τεμπέλης, άχρηστος, αποτυχημένος. Σε εσένα που δεν επιτυγχάνεις τα όνειρά σου, γιατί δεν ξεκινάς καν να τα κυνηγάς.
Σε καταλαβαίνω περισσότερο απ' όσο φαντάζεσαι. Η αναβλητικότητά είναι ο δαίμονάς μου και το πιο σταθερό στοιχείο του χαρακτήρα μου. Έχω περάσει την μισή μου ζωή σε ένα μόνιμο snooze και την άλλη μισή τρέχοντας πανικόβλητη να κερδίσω τον χαμένο χρόνο. Ναι, σπούδασα, ταξίδεψα, έκανα δύο μεταπτυχιακά, παντρεύτηκα, δούλεψα κλπ, αλλά σε όλη αυτήν την πορεία ο εαυτός μου ήταν εχθρός και όχι σύμμαχος.
Στο μυαλό ενός αναβλητικού
Θα το κάνω αύριο. Μεθαύριο. Την άλλη εβδομάδα. Αργότερα. Κάποια άλλη φορά. Όταν η στιγμή θα είναι πιο κατάλληλη. Κάποτε. Στο μέλλον. Πάω στοίχημα ότι χρησιμοποιείς αυτές ή παρόμοιες φράσεις καθημερινά, ίσως και περισσότερες φορές μέσα στην ημέρα. Υποψιάζομαι ότι έχεις ατζέντα για να σημειώνεις τις εκκρεμότητές σου, ηλεκτρονικές υπενθυμίσεις και 2-3 ξυπνητήρια και ότι πιθανότατα έχεις δοκιμάσει ό,τι σύστημα διαχείρισης χρόνου υπάρχει με σκοπό γίνεις πιο παραγωγικός -χωρίς όμως αποτέλεσμα.Ο Tim Urban περιγράφει με πολύ γλαφυρό τρόπο τι συμβαίνει μέσα στο μυαλό του αναβλητικού ανθρώπου. Από την μία, λέει, υπάρχει ο Ορθολογικός Ιθύνων (Rational Decision Maker), που γνωρίζει πιο είναι το καλό μας και μπορεί να προβλέψει τις μελλοντικές συνέπειες των πράξεών μας. Αντίθετα, όμως, με ό,τι συμβαίνει στους φυσιολογικούς ενήλικες (και στους γιαλαντζί αναβλητικούς) ο ιθύνων νους των αναβλητικών είναι αναγκασμένος να μοιράζεται την εξουσία με την Παρορμητική Μαϊμού (Instant Gratification Monkey), η οποία ζει μόνο στο παρόν, πάσχει από αμνησία και ζει μόνο για την ευκολία και την τέρψη. Στην μάχη της εξουσίας συνήθως κερδίζει η Παρορμητική Μαϊμού. Το μόνο πράγμα που φοβάται είναι το Τέρας του Πανικού (Panic Monster), ο φύλακας-άγγελος του αναβλητικού, που ξυπνά κάθε φορά που επίκειται κάποια προθεσμία ή κίνδυνος δημοσίου εξευτελισμού.
Το σύστημα αυτό λειτουργεί σχετικά αποτελεσματικά σε καταστάσεις όπου υπάρχει εξωτερική πίεση, όπως η προθεσμία για ένα project, η ημερομηνία εξέτασης, το ωράριο μία υπηρεσίας, η πιθανή δυσαρέσκεια ενός φίλου που θα αναγκαστεί να περιμένει αν αργήσουμε στο ραντεβού μας. Οι επιπλοκές εμφανίζονται σε όλα τα μεγάλα πράγματα της ζωής: στα όνειρα, την καριέρα, τις σχέσεις μας, στην υγεία ή την φυσική μας κατάσταση. Η εξωτερική πίεση αδυνατεί να λειτουργήσει ως φόβητρο εκεί, καθώς έχουμε την αφελή εντύπωση πως τα όνειρα δεν έχουν προθεσμία. Η αλήθεια είναι, όμως, πως έχουν προθεσμία, την Μητέρα Όλων των Προθεσμιών -απλά αποφεύγουμε να συλλογιστούμε την βεβαιότητα του θανάτου μας και αφήνουμε την άμμο να λιγοστεύει στην κλεψύδρα. Καταλήγουμε έτσι να γινόμαστε θεατές στην ίδια μας την ζωή.
Μισή ζωή
Αξίζει να σταθείς μία στιγμή και να σκεφτείς τι είναι αυτό που αναβάλλεις στην πραγματικότητα. Πέρα από τις δυσάρεστες δραστηριότητες -από τις κλήσεις που ακόμη δεν έχεις επιστρέψει και τα email που δεν έχεις στείλει, από το ξεσκαρτάρισμα της αποθήκης σου και το γυμναστήριο- θα δεις ότι στην πραγματικότητα αυτό που αναβάλλεις είναι η ίδια η ζωή σου. Είναι η αύξηση που διστάζεις να ζητήσεις εδώ και χρόνια. Είναι η σχέση από την οποία δεν φεύγεις, παρ' ότι ξέρεις ότι σου αξίζει κάτι καλύτερο, κάτι περισσότερο. Είναι όλα τα ταξίδια που δεν πας, εφευρίσκοντας πληθώρα δικαιολογιών. Είναι η δουλειά που δεν κυνηγάς, η επιχείρηση που δεν ανοίγεις και το βιβλίο που δεν γράφεις. Είναι το σώμα που δεν έχεις. Κοντολογίς, είναι όλα τα ρίσκα που δεν παίρνεις.
Έχεις αναλογισθεί τι στερείς από τον εαυτό σου; Πόσο περιορίζεις την ζωή σου και το δυναμικό σου; Ο καθηγητής και συγγραφέας John Lee περιγράφει την κατάσταση εκείνη που ονομάζει ζωή "σε χαμηλή ταχύτητα" ("life at half-speed'): αναλαμβάνουμε σχέδια, στόχους και δεσμεύσεις με μισή καρδιά, βρισκόμαστε με το ένα πόδι μέσα και με το άλλο έξω από τις σχέσεις μας κι έτσι η ζωή μας μοιάζει μισερή, ο εαυτός μας μοιάζει μισερός. Ζούμε μισή ζωή. Είμαστε το ήμισυ του επαγγελματία, του φίλου, του γονιού, του συντρόφου, που θα μπορούσαμε να είμαστε.
Ο λόγος που όλες οι στρατηγικές παραγωγικότητας που έχεις δοκιμάσει ή θα δοκιμάσεις είναι καταδικασμένες να αποτύχουν είναι διότι στην πραγματικότητα αντιμετωπίζεις το σύμπτωμα και όχι την πρωταρχική αιτία. Η αναβλητικότητά σου δεν είναι στοιχείο του χαρακτήρα σου: αποτελεί εκδήλωση μιας στρεβλής οπτικής που έχεις για τον εαυτό σου, πολύ βαθιά ριζωμένης μέσα στην ψυχοσύνθεσή σου και οι ρίζες έχουν παρεισφρήσει σε πάμπολλες όψεις της ζωής σου. Η αναβλητικότητα είναι μόνο ένα από περισσότερα, (φαινομενικά) άσχετα μεταξύ τους, χαρακτηριστικά που θεωρείς ότι συνδέονται αναπόσπαστα με την ταυτότητά σου. Κατέβα μερικά επίπεδα μαζί μου και θα ανακαλύψουμε παρέα την κοινή ρίζα όλων αυτών των "καρπών".
Εσωτερική παθητικότητα: η "ρίζα του κακού"
Πριν από λίγο καιρό, ανάμεσα σε όλα όσα έχω κατά καιρούς δοκιμάσει στην προσπάθειά μου να μείνω έγκυος, έκανα και μία "ενεργειακή θεραπεία" με τη βοήθεια μίας ειδικής συσκευής. "Έχεις πολλά εσωτερικά τραύματα", μου είπε η θεραπεύτρια. "Το κύριο πρόβλημά σου είναι η παθητικότητα".
"Παθητικότητα; Εγώ;", κάγχασα. Παρά τα ελαττώματά μου, κανείς ποτέ δεν μου έχει προσάψει αδράνεια. Είμαι δυναμική, δραστήρια, κοινωνική, έχω ταξιδέψει μόνη μου, έχω ρισκάρει, είμαι μαχήτρια!
"Κι εμένα μου κάνει τεράστια εντύπωση, γιατί φαίνεσαι πολύ δυναμικός άνθρωπος. Πρόκειται μάλλον για κάτι σε πολύ βαθύτερο, ψυχικό επίπεδο. Αν θες, ψάξε το".
Συνέχισα την ημέρα μου, χωρίς να δώσω περαιτέρω σημασία. "Καλά κάνω και δεν πιστεύω σε αυτές τις ανοησίες", μονολόγησα σιωπηρά. "Άκου παθητική, εγώ! Ποιος; Εγώ!". Το έψαξα πάντως -κι ευτυχώς που το έκανα.
Η έρευνά μου με οδήγησε σε έναν όρο της ψυχολογίας που ονομάζεται "εσωτερική παθητικότητα" ("inner passivity"), διακρίνεται από την εξωτερική παθητικότητα (την αδράνεια) και δεν έχει σχέση εννοιολογικά με την απάθεια, την συστολή ή την παθητική επιθετικότητα ("passive agressiveness"). Ο καθηγητής και συγγραφέας John Lee, στο συγκλονιστικό βιβλίο του Half-Lived Life: Overcoming Passivity And Rediscovering Your Authentic Self ορίζει την παθητικότητα ως ένα είδος ψυχαναγκασμού ("compulsion") όπου το άτομο κάνει το αντίθετο από αυτό που λέει ότι επιθυμεί. Με νομικούς όρους, είναι έγκλημα δια παραλείψεως τελούμενο: είναι "η απάρνηση του εαυτού μας, των ονείρων μας, των στόχων μας, της επιτυχίας μας", μία συχνά "μόνιμη και ανίατη απουσία από την ζωή". Γι' αυτόν τον λόγο και έχει εν πολλοίς αγνοηθεί από τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας, αλλά και δεν είναι πάντοτε ευχερές να διαγνωσθεί.
Η παθητικότητα μας οδηγεί να ζούμε την ζωή μας σε κατάσταση "αναστολής λειτουργίας" και ατέρμονης αναμονής, ώσπου να εμφανιστεί κάτι ή κάποιος έξω από εμάς για να μας "σώσει" από την μοναξιά, την ανία, την έλλειψη νοήματος, την δυστυχία μας. Αυτό το κάτι ή ο κάποιος μπορεί να είναι ο ιππότης πάνω στο άσπρο άλογο, η ιδανική γυναίκα, η ιδανική δουλειά, η "ευκαιρία" που περιμένουμε (δεν την επιδιώκουμε, την περιμένουμε), το λαχείο, η ανάκαμψη της οικονομίας, κάποια ανώτερη δύναμη.
Κλασικά δείγματα λεκτικής παθητικότητος είναι το "Βαριέμαι!" ή το "Πνίγομαι!". Επιλέγουμε την αντίδραση αντί για την δράση, τον έλεγχο αντί για την ανταπόκριση, την χειριστική συμπεριφορά αντί των διαπραγματεύσεων και των αμοιβαίων συμβιβασμών, την αυτοκαταστροφή αντί της δημιουργικότητας. Όχι σπάνια, μπορεί να καταφύγουμε στην επιθετικότητα, την βία ή και την θυματοποίηση του εαυτού μας. Μονίμως μας φταίνε οι άλλοι ή η τύχη μας ή η κοινωνία κι έχουμε πάντα ένα άλλοθι πρόχειρο για την συμπεριφορά μας ή τις ελλείψεις μας: η σύζυγός σου ευθύνεται για την απιστία σου, επειδή είχε χάσει την ερωτική της διάθεση, είσαι πολύ απασχολημένη για να πας στο γυμναστήριο, δεν έχεις το απαιτούμενο ταλέντο για να γίνεις συγγραφέας, οι κοινωνικές σου καταβολές, το σύστημα ή η οικονομική κρίση δεν σου επέτρεψαν να επιτύχεις όσο θα μπορούσες στην καριέρα σου, η χρόνια ασθένειά σου σε εμποδίζει να γυμναστείς ή να χάσεις βάρος κ.ο.κ.
Ο παθητικός άνθρωπος έχει εξάρτηση από το αχρησιμοποίητο δυναμικό του, από όλα αυτά που θα μπορούσε να κάνει και να είναι. Ο καθηγητής Lee το ονομάζει εξάρτηση "του να μην έχω αυτό που πραγματικά θέλω ή έχω ανάγκη". Για παράδειγμα, μπορεί να διακηρύττεις ότι αυτό που επιθυμείς πάνω από όλα είναι να κάνεις οικογένεια, ενώ την ίδια στιγμή επιλέγεις συντρόφους οι οποίοι είναι ακατάλληλοι ή δεν θέλουν να δεσμευθούν. Γι' αυτό και συχνά λέγεται ότι είναι μεγαλύτερη κατάρα να αποκτήσεις αυτό που ονειρεύεσαι -γιατί τότε χάνεις την δικαιολογία σου και δεν μπορείς να κατηγορήσεις την έλλειψη για την προσωπική σου δυστυχία. Από άμυνα, συνηθίζουμε να εφευρίσκουμε νέες ελλείψεις - δικαιολογίες για να εξακολουθήσουμε να απουσιάζουμε από την ζωή μας. Στο παραπάνω παράδειγμα, ακόμη κι αν βρήκες τον άντρα των ονείρων σου, ίσως μετά να μην μπορείς να αποκτήσεις παιδιά ή να έρθουν τα παιδιά και αποδίδεις σε αυτά την αποστασιοποίηση που επήλθε με τον σύντροφό σου.
Η έρευνά μου με οδήγησε σε έναν όρο της ψυχολογίας που ονομάζεται "εσωτερική παθητικότητα" ("inner passivity"), διακρίνεται από την εξωτερική παθητικότητα (την αδράνεια) και δεν έχει σχέση εννοιολογικά με την απάθεια, την συστολή ή την παθητική επιθετικότητα ("passive agressiveness"). Ο καθηγητής και συγγραφέας John Lee, στο συγκλονιστικό βιβλίο του Half-Lived Life: Overcoming Passivity And Rediscovering Your Authentic Self ορίζει την παθητικότητα ως ένα είδος ψυχαναγκασμού ("compulsion") όπου το άτομο κάνει το αντίθετο από αυτό που λέει ότι επιθυμεί. Με νομικούς όρους, είναι έγκλημα δια παραλείψεως τελούμενο: είναι "η απάρνηση του εαυτού μας, των ονείρων μας, των στόχων μας, της επιτυχίας μας", μία συχνά "μόνιμη και ανίατη απουσία από την ζωή". Γι' αυτόν τον λόγο και έχει εν πολλοίς αγνοηθεί από τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας, αλλά και δεν είναι πάντοτε ευχερές να διαγνωσθεί.
Η παθητικότητα μας οδηγεί να ζούμε την ζωή μας σε κατάσταση "αναστολής λειτουργίας" και ατέρμονης αναμονής, ώσπου να εμφανιστεί κάτι ή κάποιος έξω από εμάς για να μας "σώσει" από την μοναξιά, την ανία, την έλλειψη νοήματος, την δυστυχία μας. Αυτό το κάτι ή ο κάποιος μπορεί να είναι ο ιππότης πάνω στο άσπρο άλογο, η ιδανική γυναίκα, η ιδανική δουλειά, η "ευκαιρία" που περιμένουμε (δεν την επιδιώκουμε, την περιμένουμε), το λαχείο, η ανάκαμψη της οικονομίας, κάποια ανώτερη δύναμη.
Δεν ενεργούμε, αντιθέτως οι άλλοι επενεργούν σε εμάς ή ενεργούν για λογαριασμό μας.
Με λίγα λόγια, παθητικότητα σημαίνει αποποίηση των ευθυνών μας, επιστροφή στο στάδιο της παιδικής ηλικίας. Ο ψυχολόγος Peter Michaelson γράφει σχετικώς:
"Η εσωτερική παθητικότητα είναι η συναισθηματική προσκόληση σε μία αίσθηση εσωτερικής αδυναμίας. Πρόκειται για έναν περιοριστικό και οδυνηρό τρόπο να βιώνει κανείς τον εαυτό του. Είναι μία παλαιά, οικεία αυτοματοποιημένη (default) κατάσταση -μία εμμένουσα συναισθηματική ανάμνηση ανημπόριας από την παιδική μας ηλικία- μέσω της οποίας το άτομο έχει ασυναίσθητα αποφασίσει και επιθυμεί να βιώνει τον εαυτό του".
Κλασικά δείγματα λεκτικής παθητικότητος είναι το "Βαριέμαι!" ή το "Πνίγομαι!". Επιλέγουμε την αντίδραση αντί για την δράση, τον έλεγχο αντί για την ανταπόκριση, την χειριστική συμπεριφορά αντί των διαπραγματεύσεων και των αμοιβαίων συμβιβασμών, την αυτοκαταστροφή αντί της δημιουργικότητας. Όχι σπάνια, μπορεί να καταφύγουμε στην επιθετικότητα, την βία ή και την θυματοποίηση του εαυτού μας. Μονίμως μας φταίνε οι άλλοι ή η τύχη μας ή η κοινωνία κι έχουμε πάντα ένα άλλοθι πρόχειρο για την συμπεριφορά μας ή τις ελλείψεις μας: η σύζυγός σου ευθύνεται για την απιστία σου, επειδή είχε χάσει την ερωτική της διάθεση, είσαι πολύ απασχολημένη για να πας στο γυμναστήριο, δεν έχεις το απαιτούμενο ταλέντο για να γίνεις συγγραφέας, οι κοινωνικές σου καταβολές, το σύστημα ή η οικονομική κρίση δεν σου επέτρεψαν να επιτύχεις όσο θα μπορούσες στην καριέρα σου, η χρόνια ασθένειά σου σε εμποδίζει να γυμναστείς ή να χάσεις βάρος κ.ο.κ.
Ο παθητικός άνθρωπος έχει εξάρτηση από το αχρησιμοποίητο δυναμικό του, από όλα αυτά που θα μπορούσε να κάνει και να είναι. Ο καθηγητής Lee το ονομάζει εξάρτηση "του να μην έχω αυτό που πραγματικά θέλω ή έχω ανάγκη". Για παράδειγμα, μπορεί να διακηρύττεις ότι αυτό που επιθυμείς πάνω από όλα είναι να κάνεις οικογένεια, ενώ την ίδια στιγμή επιλέγεις συντρόφους οι οποίοι είναι ακατάλληλοι ή δεν θέλουν να δεσμευθούν. Γι' αυτό και συχνά λέγεται ότι είναι μεγαλύτερη κατάρα να αποκτήσεις αυτό που ονειρεύεσαι -γιατί τότε χάνεις την δικαιολογία σου και δεν μπορείς να κατηγορήσεις την έλλειψη για την προσωπική σου δυστυχία. Από άμυνα, συνηθίζουμε να εφευρίσκουμε νέες ελλείψεις - δικαιολογίες για να εξακολουθήσουμε να απουσιάζουμε από την ζωή μας. Στο παραπάνω παράδειγμα, ακόμη κι αν βρήκες τον άντρα των ονείρων σου, ίσως μετά να μην μπορείς να αποκτήσεις παιδιά ή να έρθουν τα παιδιά και αποδίδεις σε αυτά την αποστασιοποίηση που επήλθε με τον σύντροφό σου.
Ας ενώσουμε τα κομμάτια του παζλ
Μπορείς να δεις το μοτίβο που αναδύεται πίσω από αυτές τις συμπεριφορές; Η χρόνια αναβλητικότητα είναι ένα από τα βασικότερα συμπτώματα της εσωτερικής παθητικότητας. Ζεις περιμένοντας να ζήσεις, δεν ενεργείς παρά μόνον όταν οι εξωτερικές συνθήκες (το Τέρας του Πανικού) σε αναγκάσουν να ανασκουμπωθείς και να αναλάβεις δράση.
Συγχρόνως, δεν έχεις κίνητρο ή γνήσιο ενδιαφέρον να δράσεις, μιας και ήδη έχεις προαποφασίσει (σε περισσότερο ή λιγότερο συνειδητό επίπεδο) ότι οποιοδήποτε εγχείρημα κι αν ξεκινήσεις είναι καταδικασμένο σε αποτυχία. Ίσως πάλι πιστεύεις βαθιά μέσα σου ότι δεν αξίζεις την επιτυχία, ότι είσαι τεμπέλης και άχρηστος. Όλες σου οι πράξεις και οι παραλήψεις ενορχηστρώνονται έτσι ώστε να επιβεβαιώνουν αυτήν την εσώτερη αντίληψη του εαυτού σου.
Η εσωτερική παθητικότητα, από την οποία πηγάζει η αναβλητικότητά σου, συνοδεύεται από αναποφασιστικότητα, έντονο στρες, αγχώδεις διαταραχές, ατολμία απέναντι στις προκλήσεις της ζωής και την ανάληψη ρίσκων, φόβο απόρριψης ή εγκατάλειψης, φόβο της οικειότητας, καταθλιπτικά επεισόδια, συγκρουσιακές σχέσεις, εξαρτήσεις από αλκοόλ και ουσίες. Οι παθητικοί άνθρωποι ζουν συνηθέστατα καθιστική ζωή, είναι υπέρβαροι ή ελλιποβαρείς, εμφανίζουν μειωμένη ενέργεια. Διακατέχονται από μία συνεχή θλίψη, με την έννοια ότι τους είναι πιο εύκολο και πιο φυσικό να είναι μελαγχολικοί χωρίς λόγο, παρά χαρούμενοι. Ο καθηγητής Lee αποδίδει αυτήν την μελαγχολία, η οποία μπορεί να φτάσει και στην κατάθλιψη, στο ότι το άτομο δεν πενθεί συνειδητά (ενεργά) τις ευκαιρίες που έχασε, τις σχέσεις που χάλασε, την επαγγελματική στασιμότητα ή αποτυχία. Οι παθητικοί άνθρωποι τείνουν επίσης να είναι 'People Pleasers", να επιβεβαιώνουν δηλαδή την θετική αυτοεικόνα τους με το να είναι συνεχώς ευχάριστοι, ευγενικοί, καλοσυνάτοι, πρόθυμοι στους άλλους, επειδή οι ίδιοι στην πραγματικότητα έχουν μειωμένη αυταξία. Ένα ακόμη κλασικό σύμπτωμα παθητικότητας είναι η λεγόμενη "έμμεση ζωή", όπου το μέσον μπορεί να είναι ένας εθισμός στην τηλεόραση, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, το κυβερνοσεξ, η πορνογραφία, ακόμη και η διαδικτυακή εγκληματικότητα.
Συγχρόνως, δεν έχεις κίνητρο ή γνήσιο ενδιαφέρον να δράσεις, μιας και ήδη έχεις προαποφασίσει (σε περισσότερο ή λιγότερο συνειδητό επίπεδο) ότι οποιοδήποτε εγχείρημα κι αν ξεκινήσεις είναι καταδικασμένο σε αποτυχία. Ίσως πάλι πιστεύεις βαθιά μέσα σου ότι δεν αξίζεις την επιτυχία, ότι είσαι τεμπέλης και άχρηστος. Όλες σου οι πράξεις και οι παραλήψεις ενορχηστρώνονται έτσι ώστε να επιβεβαιώνουν αυτήν την εσώτερη αντίληψη του εαυτού σου.
Η εσωτερική παθητικότητα, από την οποία πηγάζει η αναβλητικότητά σου, συνοδεύεται από αναποφασιστικότητα, έντονο στρες, αγχώδεις διαταραχές, ατολμία απέναντι στις προκλήσεις της ζωής και την ανάληψη ρίσκων, φόβο απόρριψης ή εγκατάλειψης, φόβο της οικειότητας, καταθλιπτικά επεισόδια, συγκρουσιακές σχέσεις, εξαρτήσεις από αλκοόλ και ουσίες. Οι παθητικοί άνθρωποι ζουν συνηθέστατα καθιστική ζωή, είναι υπέρβαροι ή ελλιποβαρείς, εμφανίζουν μειωμένη ενέργεια. Διακατέχονται από μία συνεχή θλίψη, με την έννοια ότι τους είναι πιο εύκολο και πιο φυσικό να είναι μελαγχολικοί χωρίς λόγο, παρά χαρούμενοι. Ο καθηγητής Lee αποδίδει αυτήν την μελαγχολία, η οποία μπορεί να φτάσει και στην κατάθλιψη, στο ότι το άτομο δεν πενθεί συνειδητά (ενεργά) τις ευκαιρίες που έχασε, τις σχέσεις που χάλασε, την επαγγελματική στασιμότητα ή αποτυχία. Οι παθητικοί άνθρωποι τείνουν επίσης να είναι 'People Pleasers", να επιβεβαιώνουν δηλαδή την θετική αυτοεικόνα τους με το να είναι συνεχώς ευχάριστοι, ευγενικοί, καλοσυνάτοι, πρόθυμοι στους άλλους, επειδή οι ίδιοι στην πραγματικότητα έχουν μειωμένη αυταξία. Ένα ακόμη κλασικό σύμπτωμα παθητικότητας είναι η λεγόμενη "έμμεση ζωή", όπου το μέσον μπορεί να είναι ένας εθισμός στην τηλεόραση, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, το κυβερνοσεξ, η πορνογραφία, ακόμη και η διαδικτυακή εγκληματικότητα.
Που οφείλεται η παθητικότητά σου
Ως συνήθως, ο μίτος ξεκινά κάπου στην πρώιμη παιδική μας ηλικία. Η εσωτερική παθητικότητα γεννήθηκε ως αντίδραση είτε στην εγκατάλειψη ("the abandoned child") είτε στην υπερπροστατευτικότητα ("the smothered child"), ενώ δεν αποκλείεται το ίδιο παιδί, σε ίδια ή διαφορετικά στάδια της παιδικής του ηλικίας, να είναι συγχρόνως και εγκαταλελειμένο και υπερπροστατευμένο.
Το εγκαταλελειμένο παιδί δεν χρειάζεται να βρίσκεται σε ίδρυμα: είναι το παιδί, οι γονείς του οποίου στάθηκαν ανίκανοι να καλύψουν τις ανάγκες του όπως και όταν έπρεπε κατά την βρεφική του ηλικία ("unresponsive parents"). Οχυρώνεται λοιπόν πίσω από ένα τείχος αδράνειας και σιωπής ("Κοίτα, μαμά, είμαι νεκρός. Τώρα δεν γίνεται να μην με προσέξεις").
Το υπερπροστατευμένο παιδί, στον αντίποδα, έχει λάβει υπερβολική προσοχή και συνήθως είναι παραχαϊδεμμένο από τους γονείς που σπεύδουν να ικανοποιήσουν κάθε του ανάγκη ή επιθυμία πριν καλά-καλά εκφρασθεί ("helicopter parents"). Έχοντας μάθει να επιζητεί την προσοχή και την παρέμβαση των γονέων του, έχει στερηθεί τα βιώματα εκείνα που οικοδομούν αυτοπεποίθηση και αυτάρκεια και εξελίσσεται σε έναν εγωπαθή νάρκισσο με μόνιμο σύνδρομο ανικανοποίητου.
Η έλλειψη, η οργή, η εγκατάλειψη, η μοναξιά, η εσωτερική παράλυση, το μούδιασμα των συναισθημάτων περιγράφουν την κατάσταση που γνωρίζει καλύτερα ο παθητικός άνθρωπος. Νιώθει ότι κάτι έχει χάσει, κάτι του στέρησαν. Κάθεται λοιπόν και περιμένει να του το φέρουν και, μέχρι να του το φέρουν, θα συμπαρασύρει όλον τον υπόλοιπο κόσμο στην δυστυχία μαζί του. Τι λέει με την συμπεριφορά του;
"Κάτι μου λείπει και περιμένω να έρθει μόνο του ή να μου το φέρουν, εγώ πάντως δεν πρόκειται να πάω να το βρω. Θα περιμένω για πάντα και θα υποφέρω για πάντα μέχρι να εσύ να μου φέρεις (την αγάπη, τη ζωή, το ενδιαφέρον, την εκτίμηση)
Τρανό μοντέλο η δυναμική της ελληνικής οικογένειας, όπου συνήθως η μητέρα προσκολλάται στα παιδιά της και γίνεται παρεμβατική και χειριστική με όχημα την βοήθεια και πρόσχημα την θυσία του εαυτού της, συχνά δυναμιτίζοντας την ευτυχία τους, σε μία μάταιη αναζήτηση του νοήματος που αρνείται η ίδια να βρει στην ζωή της.
Ο εσωτερικός κριτής
"Πάλι θάλασσα τα έκανες". "Σιγά μην γυρνούσε αυτός να κοιτάξει εσένα". "Σιγά μην τα κατάφερνες". "Τι θα πουν οι γονείς μου αν το μάθουν;" Σου ακούγονται οικείες αυτές οι φωνές;
Μαζί με όλες τις άλλες άμυνες που έχει αναπτύξει, ο παθητικός άνθρωπος έχει διχάσει την προσωπικότητά του σε δύο περσόνες. Ο Tim Urban τις αποκαλεί χαριτολογώντας Ορθολογιστής Ιθύνων και Παρορμητική Μαϊμού. Ωστόσο, πέφτει στην ίδια παγίδα με τους περισσότερους συστηματικούς αναβλητικούς: ταυτίζει την αληθινή φύση του με τον Ορθολογιστή Ιθύνοντα, ενώ στην πραγματικότητα είναι συγχρόνως και οι δύο περσόνες, αλλά και καμμία από αυτές. Με όρους ψυχολογίας, οι δύο φωνές που αντιμάχονται μέσα στο κεφάλι μας ανήκουν, αφ' ενός, στον εσωτερικό επιτιμητή, που έχει αναλάβει τον ρόλο του αυστηρού γονέως, και, αφ' ετέρου, στο αβοήθητο, αδέξιο και επιπόλαιο παιδί που δεν έχει πάρει χαμπάρι ότι έχει ενηλικιωθεί κι ότι πλέον ορίζει τη μοίρα του.
"Υπάρχει ο εσωτερικός κριτής", γράφει ο Michaelson, "κι όταν κατορθώνει να μας επιβληθεί σαν αφέντης της ζωής μας, τότε γεννώνται ενοχές και ντροπή... μέχρι που το βάρος της αυτοτιμωρίας προκαλεί κλινική κατάθλιψη. Το άτομο αποδυναμώνεται, γεμάτο αμφιβολία για τον εαυτό του, από την σύγκρουση μεταξύ της εσωτερικής επιθετικότητας (ο εσωτερικός κριτής) και της εσωτερικής παθητικότητας".
Καμμία από αυτές τις φωνές δεν είναι η δική σου! Το αβοήθητο παιδί δεν είναι παρά ένα εφεύρημα του νου σου, μία αμυντική κατασκευή απέναντι στον τρόμο της εγκατάλειψης. Το ίδιο ισχύει και για τον εσωτερικό επιτιμητή, τον οποίον έχεις δημιουργήσει ακριβώς για να σε κρατά στην επίπλαστη κατάσταση της ανημπόριας. Αυτή η συνειδητοποίηση σοκάρει στην αρχή: ποιος είσαι αν δεν είσαι αυτό το παιδί, αν δεν είσαι η "μαμαδίσια" φωνή; Συγχρόνως, όμως, μπορεί να σε βοηθήσει να ξεκλειδώσεις πτυχές του εαυτού σου που ούτε καν υποψιαζόσουν ότι υπήρχαν. Για παράδειγμα, εγώ συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν καθόλου τυχαίο που στις περισσότερες σχέσεις μου, επαγγελματικές ή προσωπικές, επιζητώ να αναπαράγω αυτό το μοντέλο: έναν γονέα που θα με νουθετεί και θα με προστατεύει από τον εαυτό μου και από τα ρίσκα της ζωής.
Βρες την δική σου φωνή
Πριν μοιραστώ μαζί σας κάποιες λύσεις που προτείνουν οι ειδικοί, αξίζει να τονισθεί ότι ουδείς μπορεί να θεωρηθεί 100% παθητικός. Εν τούτοις, κατά πάσα πιθανότητα όλοι έχουμε πιο παθητικές εκφάνσεις στον χαρακτήρα μας ή τομείς της ζωής μας όπου εμφανίζουμε κάποιου είδους παθητική συμπεριφορά. Μπορεί ακόμη να βιώνουμε περιόδους ή ημέρες παθητικότητας, χωρίς να είμαστε κατ' ανάγκην παθητικοί άνθρωποι. Η δυσκολία να εντοπιστεί η παθητικότητα έγκειται στο ότι συνήθως εμφανίζεται συγκεκαλυμμένη: Το πιο έξυπνο τρικ που κάνει ο συγκεκαλυμμένα παθητικός για να ξεγελάσει τους άλλους και φυσικά τον εαυτό του είναι να κρατιέται διαρκώς απασχολημένος και δραστήριος.
Συνεπώς, η όποια απόπειρα να αποτινάξουμε τα δεσμά της παθητικότητας πρέπει να εκκινήσει από την φαινομενικά παράδοξη αφετηρία της αποδοχής: χρειάζεται να αποδεχθείς ότι έχεις αποφασίσει να ζεις την ζωή σου περιορισμένα, μέσα σε μία φυλακή, της οποίας η πόρτα είναι ανοιχτή και μάλιστα έχεις και τα κλειδιά. Ακόμη κι αν άλλοι σε έβαλαν εκεί, επιλέγεις να παραμείνεις εκεί και μάλιστα να κλειδώσεις και την πόρτα.
Σε δεύτερο χρόνο, προσπάθησε να παρατηρείς τον εαυτό σου με περιέργεια και όχι με επικριτική διάθεση, ώστε να μην δίνεις το βήμα στον εσωτερικό σου επιτιμητή. Κάθε φορά που πιάνεις τον εαυτό σου να γίνεται αναβλητικός, ο Michaelson προτείνει να λες στον εαυτό σου το εξής: "Έχω την ευκαιρία αυτήν την στιγμή να παρατηρήσω την ασυνείδητη προθυμία μου να βιώσω τον εαυτό μου μέσα από την αδυναμία της εσωτερικής παθητικότητας. Η αδυναμία μου ή η απροθυμία μου να τακτοποιήσω σημαντικές εκκρεμότητες είναι επώδυνη, παρά ταύτα είναι αυτό που επιθυμώ να βιώσω. Αυτή η αδυναμία μου είναι οικεία και είναι αυτό που είμαι έτοιμη να νιώσω αυτήν την στιγμή".
Ξετυλίγοντας το κουβάρι και προχωρώντας βαθύτερα στην ενδοσκόπησή σου, θα σε βοηθήσει να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου, κάθε φορά που νιώθεις παγιδευμένος ή ανήμπορος, ότι ανά πάσα στιγμή έχεις επιλογές. Δεν είσαι υποχρεωμένος να κάνεις το οτιδήποτε, έχεις όμως την δυνατότητα να επιλέξεις να το κάνεις ή να μην το κάνεις. Είσαι ενήλικος κι έχεις τον έλεγχο του εαυτού σου: απλώς παίρνεις μία απόφαση και την υποστηρίζεις, αποδεχόμενος τις συνέπειες. Με την πάροδο του χρόνου, θα διαπιστώσεις ότι το πληγωμένο παιδί μέσα σου θα γαληνεύει και θα ωριμάζει και ο εσωτερικός γονέας θα έχει όλο και λιγότερους λόγους ύπαρξης. Δεν είναι μία εύκολη διαδικασία κι επιπλέον απαιτείται χρόνος, θα παρατηρήσεις πισωγυρίσματα και αβεβαιότητα. Όμως είναι ο μόνος τρόπος να ανακαλύψεις την δική σου φωνή.
Ευχαριστώ που το μοιραστηκες αυτό. Είναι ότι χρειαζόμουν. Μου άρεσε η σφαιρική σου τοποθέτηση. Είδα εμένα σε πολλές γραμμές αυτού του κειμένου. Βρηκα πολλές απαντήσεις.
ReplyDeleteΠώς θα μπορούσα να μοιραστώ αυτό το άρθρο στη σελίδα μου, στο fb; Ταυτίζομαι απόλυτα. Ωστόσο θα πρέπει να συμπληρώσω ότι έχω διαγνωστεί με αγχώδη διαταραχή και κατάθλιψη, γεγονός που σημαίνει ότι φαινόμενα και συμπτώματα συμπλέκονται μεταξύ τους.
ReplyDeleteΟφείλω ένα καθυστερημένο ευχαριστώ για το σχόλιο. Είχα αφήσει το ιστολόγιο αυτό για καιρό, αλλά επανήλθα! Νομίζω ότι αντιγράφοντας τον σύνδεσμο και επικολλώντας το στην ανάρτηση είναι εφικτή η κοινοποίηση, αν δεν υπάρχει διαθέσιμη επιλογή "κοινοποίηση". Πράγματι, η αγχώδης διαταραχή και η κατάθλιψη περιπλέκει τα πράγματα, πιστεύω όμως ότι με την βοήθεια ενός έμπιστου και έμπειρου ψυχοθεραπευτή/ψυχιάτρου το τοπίο μπορεί να ξεκαθαρίσει.
Delete